Dimitris Varvarigos | Greece

πιστοποιητικό ανυπαρξίας

Ποια αποτυχία κάνει τ’ όνειρο αίσθημα ανικανοποίητο,
ρετάλι που περίσσεψε απ’ το χρόνο,
ρουτίνα, αγάπη, ύπαρξη
ακόμη και ματαιοδοξία;

Μη έχοντας άλλο, λέμε, πως φταίει η νύχτα κρύβοντας έκπληξη σ’ ακάλυπτα σώματα, σώματα, π’ αντέχουν μοναξιά και μέρες άγονες.

Καμιά Άνοιξη δεν ανθίζει ανώφελα
αν πρώτα με νεκρή σάρκα δεν ντυθεί η Ιδέα.

Ποια προσδοκία θα πετάξει τ’ άχρηστα σύνδρομα
προλήψεις που μοιάζουν με ιδανικά,
αλλά δεν είναι;

Ποια επανάσταση ξεβράζει δικαίωση και δικαιοσύνη;

Πιστοποιητικά ανυπαρξίας
σώματα ντύνουν με θάνατο την επιβίωση του σχετικού και του απόλυτου
ενός ωραίου τέλους.

Μη έχοντας άλλο, λέμε, πως φταίει η νύχτα που δεν γελάει πάντα.

Non-existence certificate

Which failure makes the dream an unfulfilled feeling,
remnant that was left over from time,
routine, love, existence
even vanity?

Not having anything else, we say that it’s the night’s fault concealing surprise in uncovered bodies, bodies that endure loneliness and infertile days.

No spring blooms in vain
if first with dead flesh is not the Notion dressed.

Which expectation will throw away the useless syndromes,
the prepositions that look like ideals,
but they aren’t?

Which revolution belches out fairness and justice?

Non-existence certificates
bodies dress with death the survival of the relative and the unconditional
of a beautiful ending.

Not having anything else, we say, it’s the nights fault that she doesn’t always laugh.

απίστευτο

Φόρεσα στο λαιμό σου έναν κόσμο
γεμάτο πέπλα
να σκεπάσουνε εκπλήξεις και
απρόσμενες στιγμές
ένα παλάτι γέμισα όνειρα,
παθιασμένες ανάγκες,
αγέρια του νοτιά,
υποσχέσεις και φόβους.

Κι ο δρόμος,
ο δρόμος ατελείωτος, άνυδρος,
δίχως προορισμό
κι ας νομίσαμε πως κάπου φτάσαμε,
πως η βροχή μας μούσκεψε.

Σε παρωδίες τυλιχτήκαμε νηφάλιοι
κι ό,τι απόμεινε απ’ την υπεροχή
άπραγη στέκει σε δάκρυ
να στάζει σε μνήμες αφημένες
στις σκόρπιες νύχτες
του ανεκπλήρωτου πόθου.

Να ήσουν εδώ
με την ψυχή αντίδοτο
σε μια εμπιστοσύνη
ν’ άφηνες πάλι επάνω μου
κομμάτια απ’ τη μοίρα σου
να υφανθούν μέσα στα όνειρα
μοιράζοντας εγώ
τα υλικά των πράξεών σου.

Unbelievable

I wore around your neck a world
full of veils
to unreveal surprises and
unexpected times
a palace I filled with dreams,
passionate needs,
southern winds,
promises and fears.

And the road
the road endless, arid,
without destination
even though that we believed we reached some place,
that the rain soaked us.

In parodies we were wrapped sober,
and whatever was left from the supremacy
stands idle in a tear that
drips in memories left
in scattered nights
of unfulfilled lust.

If only you were here
with your soul as an antidote
to a trust
to leave on me again
pieces of your fate
to be weaved in dreams
and me sharing
the materials of your deeds.

Βιογραφικό Δημήτρης Βαρβαρήγος