Πατρικό έδαφος
Ο Μαραθώνας είναι αρχαία πόλη
σχεδόν Ηλύσια, λέω
καθώς σκαρφαλώνουμε τον λόφο
που περιέχει τους νεκρούς,
παντού βολβοί που γίνονται σαφράνια.
Ο τάφος είναι εδώ, λευκός σαν κόκαλο.
Η θάλασσα στο μπλε του κοβαλτίου.
Η μέρα γυμνή.
Μάραθος σημαίνει ρίζα
κι εμείς μαζεύουμε την πράσινη ρίζα
για να τη βάλουμε στο φαγητό–
ξόρκι ευωδιαστό.
Πόσο γρήγορα τα πράγματα ξεχνιόνται
χάνουνε σχήμα
χάνουνε όνομα
γίνονται κάτι άλλο.
Λέξεις στο στόμα
αντί για κραυγές:
Ναι, πέρασες το σημείο ελέγχου.
Όχι, δεν είχες διαβατήριο.
Όχι, δεν ήσουν ενήλικας.
Ήσουν ανήμπορος να ταξιδέψεις.
Τραύλιζες όταν μιλούσες.
Παραπατούσες όταν περπάταγες.
Κατάλαβες λάθος τις οδηγίες.
Εμπιστεύτηκες το μυστικό στ’ αδέρφια σου–
αυτά σε είχαν άλλωστε κρατήσει ζωντανό!
Δανείστηκες τη λέμβο τους.
Ο ακτοφύλακας σε διέταξε
σαν μετρονόμος.
Τώρα το φως καίει
τιμωρητικό σαν το χιόνι.
Για μένα είναι άνοιγμα φτερών.
Για σένα βαριά κατασκευή
που καταρρέει στην άνοιξη.
Fatherland
Marathon is an ancient city,
almost Elysian, I say,
as we climb the hill
that holds the dead,
saffron bulbs everywhere.
Here is the tomb, white as bone,
the sea cobalt blue,
the day naked.
Marathos means root, I say,
as we pick the green root
that bears Marathon’s name
for our food–
fennel’s fragrant spell.
How quickly things are forgotten,
losing shape,
losing their names,
turning into something else.
There are words in your mouth
instead of screams:
Yes, you passed through the checkpoint.
No, you did not have a passport.
No, you were not an adult.
You were unfit to travel.
You stuttered as you spoke.
You stumbled as you walked.
You misheard instructions.
You ¬consigned the secret to your brothers—
they kept you alive, after all!
You borrowed their boat.
The Coast Guard ordered you around
like a metronome.
Now the light is switched on,
punishing as snow.
For me it’s a wingspan.
For you it collapses into your spring
like a heavy construction.
Translated by Aliki Barnstone
Θαλάσσια ἀγωγὴ ἀρχὲς εἰκοστοῦ
Φορῶ ὁλόσωμο μαγιὸ καὶ σκούφια
μέσα στὴν ξύλινη καμπίνα
καὶ κολυμπῶ ὧρες πρωινές.
Φιλοῦν τὰ πελαγίσια φύκια
τοὺς ἀστερίες
κι ὕστερα κουλουριάζονται
φιλοῦν κι ἐμένα
τὰ στόματα τῶν ἀχινῶν
ἀεικίνητα μὲ σκεπάζουν
μὲ λέξεις ἐρεθιστικές.
Πιὸ πέρα λυγαριές, εὐκάλυπτοι
καὶ μόλος γιὰ νὰ πλευρίζει τὴ βάρκα του.
Liana Sakelliou
Marine Education at the Beginning of the Twentieth Century
In this wooden hut
I am putting on
a one-piece bathing-suit
and a cap. Mornings,
I swim for hours.
The algae kiss the starfish
and curl up,
while the urchins
without moving
kiss me,
exciting me all over
with the words they whisper
to my flesh.
Nearby—
small willows, eucalyptuses
and a dock for my lover
to berth his boat.
Translated by Don Schofield